- ψιαθισθῆναι
- ψιαθίζομαιlie on a mataor inf mp
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ψιαθίζομαι — Α [ψίαθος] κοιμάμαι πάνω σε ψάθα («oἱ ἰατροὶ... ἐκέλευσάν με ψιαθισθῆναι», Ιεροκλ.) … Dictionary of Greek